συμπτώμασι

συμπτώμασι
σύμπτωμα
anything that happens
neut dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ξυμπτώμασι — συμπτώμασι , σύμπτωμα anything that happens neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύμπτωμα — το, ΝΜΑ [συμπίπτω] ιατρ. υποκειμενικό φαινόμενο το οποίο εκφράζει μια παθολογική κατάσταση και οφείλεται σε λειτουργικές ή οργανικές διαταραχές ενός οργάνου ή ολόκληρου τού οργανισμού (α. «συμπτώματα φυματίωσης» β. «συμπτώματι περιέπεσε ἰδιάζοντι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”